ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ζέστη σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ζέστη

meleg◼◼◼

hőség◼◻◻

forróság

ζέστη (η)

meleg, hőség: κάνει ζέστη meleg van

κάνει πολύ ζέστη εδώ μέσα

túl meleg van itt bent