ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

επιτόπιος σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
επιτόπιος

helyben

in situ

in situ/helyben

επί τόπου/επιτόπιος

helyben

in situ

in situ/helyben