ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

επεξεργάζομαι σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
επεξεργάζομαι

feldolgoz

folyamat

(pl. adatoké) επεξεργάζομαι (-στώ)

feldolgoz