ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

εξασκούμαι (εξασκηθώ) (+ σε) σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
εξασκούμαι (εξασκηθώ) (+ σε)

gyakorol vmit