ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

εξίσωση σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
Εξίσωση

egyenlet◼◼◼

εξίσωση

kiegyenlítés◼◼◼

εξίσωση (exísosi)

egyenlet◼◼◼

Δευτεροβάθμια εξίσωση

Másodfokú egyenlet

Διαφορική Εξίσωση

Differenciálegyenlet