ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ειδικευμένη εργασία σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ειδικευμένη εργασία

mesterség

σκάφος/λέμβος/ειδικευμένη εργασία

mesterség