ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

διοικητικό(ς) όργανο (φορέας) αρμόδιο(ς) για το περιβάλλον σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
διοικητικός όργανο φορέας αρμόδιος για το περιβάλλον

környezetirányítási intézmény

διοικητικό(ς) όργανο (φορέας) αρμόδιο(ς) για το περιβάλλον

környezetirányítási intézmény