ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

διδακτορικό σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
διδακτορικό

doktorátus

κάνω το διδακτορικό μου ...

doktori képzésben veszek tészt ...