ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

διαφθορά σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
διαφθορά

korrupció◼◼◼

vesztegetés◼◻◻

αποκαλύφθηκε η διαφθορά

leleplezték a korrupciót

η διαφθορά

korrupció◼◼◼