ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

διαπραγμάτευση σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
διαπραγμάτευση

tárgyalás◼◼◼

ανεπίσημη (άτυπη) διαπραγμάτευση

informális tárgyalás