ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

διακρίβωση σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
διακρίβωση

ellenőrzés◼◼◼

igazolás◼◼◻

vizsgálat◼◼◻

βαθμονόμηση (διακρίβωση)

hitelesítés/kalibrálás