ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

διήθηση σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
διήθηση

szűrés◼◼◼

beszivárgás◼◻◻

διήθηση εικόνας

képszűrés

βιοδιήθηση

bioszűrés◼◼◼

μικροδιήθηση

mikroszűrés◼◼◼

πλακούντας διήθησης

SZU-ra pogácsa

ύδατα (νερό) διήθησης

csurgalékvíz◼◼◼