ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

διάφραγμα σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
διάφραγμα

rekeszizom◼◼◼

zár◼◼◻

apertúra◼◻◻

rekesz◼◻◻

αλεξίπυρο διάφραγμα

tűzfal