ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

διά βίου σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
διά βίου

élethosszig◼◼◼

διά βίου (συνεχιζόμενη) εκπαίδευση

folyamatos oktatás