ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

δημιουργώ (-ήσω) σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
δημιουργώ (-ήσω)

létrehoz

(teremt) δημιουργώ (-ήσω), (vmilyen egységet) αποτελώ (-έσω), συγκροτώ (-ήσω), απαρτίζω (-σω)

alkot