ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

δεν μπορώ να κάνω δύο πράγματα ταυτόχρονα (hirtelen) ξαφνικά σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
δεν μπορώ να κάνω δύο πράγματα ταυτόχρονα (hirtelen) ξαφνικά

nem tudok egyszerre két dolgot csinálni