ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

δαχτυλίδι σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
δαχτυλίδι

csenget

kör

δαχτυλίδι (dactylídi)

gyűrű◼◼◼

δαχτυλίδι αρραβώνων

kísérő gyűrű / jegygyűrű

το δαχτυλίδι

gyűrű