ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

δαπάνη σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
δαπάνη

költség◼◼◼

kifizetés◼◼◻

kerül◼◼◻

ár◼◼◻

költségén◼◻◻

δαπάνη/δαπάνες

kiadás

τα έξοδα, η δαπάνη

költség