ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

δίκλινο (δωμάτιο) σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
δίκλινο δωμάτιο

kétágyas szoba

δίκλινο (δωμάτιο)

kétágyas szoba

η κράτηση ήταν για ένα δίκλινο δωμάτιο

a foglalásom dupla szobára szólt