ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

γυρίζω (-σω) σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
γυρίζω (-σω)

fordul

forog

γυρίζω (-σω) (στο σπίτι), έρχομαι (έρθω, ήρθα) (στο σπίτι)

hazajön

γυρίζω (-σω) (στο σπίτι), πηγαίνω (πάω, πήγα) (στο σπίτι)

hazamegy