ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

γενναιόδωρος / γενναιόδωρη / γενναιόδωρο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
γενναιόδωρος / γενναιόδωρη / γενναιόδωρο

bőkezű