ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

γίδι σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
γίδι

gida

kecske

kölyök

διασταλάζον υγρό (στραγγίδια) χώρου ταφής απορριμμάτων

hulladéklerakó kilúgozott anyag