ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

βρώμικος σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
βρώμικος

koszos

piszkos

βρώμικος (-η-ο)

koszos

βρώμικος (vromikos)

koszos

piszkos

βρώμικος / βρώμικη / βρώμικο

piszkos