ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

βιωσιμότητα σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
βιωσιμότητα

fenntarthatóság◼◼◼

αρχή της βιωσιμότητας

fenntarthatósági elv

οικονομική βιωσιμότητα

gazdasági életképesség◼◼◼