ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

αφανίζω σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
αφανίζω

elpusztít

kiirt

megsemmisít

εξαφανίζω

eltűntet (→ εξαφανίζομαι eltűnik)

εξαφανίζω (-σω)

eltüntet