ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

αρκτική σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
Αρκτική

Északi-sark

Ανταρκτική

Antarktika

Ανταρκτική (Antarktikí)

Antarktisz◼◼◼

προκαταρκτική διαδικασία

előzetes eljárások