ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

απομάκρυνση σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
απομάκρυνση

megszüntetés◼◼◼

elkerülés◼◼◻

áthelyezés◼◼◻

elmozdítás◼◻◻

távolság◼◻◻

αποκονίωση/αφαίρεση (απομάκρυνση) της σκόνης

portalanítás

αφαίρεση/απομάκρυνση

eltávolítás

εξάλειψη (απομάκρυνση) των ρύπων

szennyezőanyag eltávolítás

επιχείρηση καθαρισμού (απομάκρυνσης) έπειτα από

katasztrófa kármentesítési művelet

κοινωνική απομάκρυνση

közösségi távolságtartás