ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

αποζημίωση(εις)/βοήθημα/επίδομα/απαλλαγή/έκπτωση σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
αποζημίωση(εις)/βοήθημα/επίδομα/απαλλαγή/έκπτωση

engedélyezés/engedmény