ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

αποδεικνύεται (αποδειχτεί) σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
αποδεικνύεται (αποδειχτεί)

bebizonyosodik◼◼◼