ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

αποδέσμευση σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
αποδέσμευση

deszorpció

αποδέσμευση (απελευθέρωση, έκλυση) μεταλλαγμένων

mutáns mikroorganizmus kiáradás

αποδέσμευση (απελευθέρωση, έκλυση) οργανισμών

organizmusok kikerülése