ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

απεργία σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
απεργία

sztrájk◼◼◼

munkabeszüntetés◼◻◻

üt

απεργία (η)

sztrájk◼◼◼

απεργία πείνας

éhségsztrájk◼◼◼