ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

αντιρρόπηση σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
αντιρρόπηση

kártérítés

αποζημίωση/αντιστάθμιση/αντιρρόπηση

kártérítés

Το ιστορικό σας