ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

αντιπολίτευση σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
αντιπολίτευση

ellenzés

αντιπολίτευση (η)

ellenzék◼◼◼

η αντιπολίτευση

ellenzék◼◼◼

η αντιπολίτευση ασκεί πίεση στην κυβέρνηση

az ellenzék nyomást gyakorol a kormányra