ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ανασκαφέν άνοιγμα (όρυγμα) σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ανασκαφέν άνοιγμα (όρυγμα)

feltárt üreg