ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

αναπηρικό καροτσάκι σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
αναπηρικό καροτσάκι

kerekesszék

tolókocsi

tolószék

υπάρει πρόσβαση για αναπηρικό καροτσάκι;

van kerekesszékes bejárójuk?