ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

αναγωγή σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
αναγωγή

csökkentés◼◼◼

οξιδοαναγωγή

redox

χημική αναγωγή

kémiai redukció◼◼◼