ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ανάπλαση σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ανάπλαση

újjáépítés◼◼◼

αποκατάσταση (ανάπλαση) τοπίου

tájrehabilitáció

σχεδιασμός (ανάπλαση) τοπίου

tájtervezés