ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

αλευροποιείο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
αλευροποιείο

malom◼◼◼

μύλος (αλέσεως)/αλευροποιείο

malom◼◼◼

Το ιστορικό σας