ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ακροατής σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ακροατής

hallgató

(műsoré) ο ακροατής, (egyetemi) ο φοιτητής (η φοιτήτρια)

hallgató