ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

έχεις ένα στυλό που μπορώ να δανειστώ; σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
έχεις ένα στυλό που μπορώ να δανειστώ;

van egy tolla kölcsönbe?