ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

έντερο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
έντερο

bél◼◼◼

vastagbél◼◼◻

gyomor◼◼◻

belső◼◻◻

λεπτό έντερο

vékonybél◼◼◼

ορθό έντερο

végbél◼◼◼

παχύ έντερο

bél◼◼◼

gyomor◼◼◼

vastagbél◼◼◼