ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

άρρωστος σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
άρρωστος

beteg

páciens

αισθάνομαι άρρωστος/άρρωστη

betegnek érzem magam

αισθανόμουν άρρωστος

beteg lettem

είναι άρρωστος σήμερα

ő ma beteg

νιώθω άρρωστος/άρρωστη

hányingerem van