ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

άνηθο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
άνηθο

kapor◼◼◼

Άνηθος

Kapor (növény)◼◼◼

άνηθος

kapor◼◼◼