Ungersk-Grekisk ordbok »

tol betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
toll

πούπουλο

στάνη

στιλό

στιλογράφος

στρούγκα

φτερό

φτερό (fteró)

tollaslabda

αντιπτέριση

μπάντμινγκτον

Tollaslabda

Αντιπτέριση

tollasütő

ρακέτα του μπάντμιντον

tollazat

φτέρωμα◼◼◼

tollbamondás

υπαγόρευση

tolltartó

γραφιδοθήκη

κασετίνα

tolmács

διερμηνέας◼◼◼

διερμηνέας (dierminéas)◼◼◼

διερμηνέας (ο/η)◼◼◼

διερμηνευτής

μεταφραστής

tolmácsol

διερμηνεύω

ερμηνεύω

tolmácsolás

διερμηνεία◼◼◼

ερμηνεία

tolmácsra van szükségem

χρειάζομαι ένα διερμηνέα (khriázome éna dierminéa)

tolni

ωθήστε

tolókocsi

αναπηρικό καροτσάκι

tolószék

αναπηρικό καροτσάκι

tölt

φορτίο◼◼◼

άδεια◼◼◻

κατηγορία◼◼◻

ευθύνη◼◼◻

πάσα◼◻◻

επιμέλεια◼◻◻

καταγγελία◼◻◻

φόρτιση◼◻◻

γεμίζω

συμπληρώνω

töltelék

γέμιση◼◼◼

töltény

φυσίγγιο◼◼◼

123