Ungersk-Grekisk ordbok »

tőr betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
tőr

εγχειρίδιο

ξιφίδιο

στιλέτο

amatőr

ερασιτεχνικά◼◼◼

ερασιτέχνης

ερασιτεχνικός

amatőrizmus

ερασιτεχνία

ερασιτεχνισμός

büntetőrúgás

η εσχάτη των ποινών

πέναλτι

dezertőr

λιποτάκτης

emésztőrendszer

πεπτικό σύστημα◼◼◼

importőr

εισαγωγέας◼◼◼

pasztőröz

παστεριώνω

pasztőrözés

παστερίωση◼◼◼

testőr

σωματοφύλακας◼◼◼