Ungersk-Grekisk ordbok »

tő betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
elektronikus hirdetábla

σύστημα πίνακα ανακοινώσεων

elköve

δράστης (ο)◼◼◼

elkülöní

απομόνωση◼◼◼

ellenőrizhe

επαληθεύσιμος◼◼◼

elrejzik

κρύβω

elretten

αποτρεπτικός◼◼◼

elszoktam az esti tévézésl

ξεσυνήθισα να βλέπω τηλεόραση το βράδυ

elviselhe

ανεκτός◼◼◼

elérhe

προσβάσιμος◼◼◼

προσιτός◼◼◻

προσπελάσιμος◼◼◻

ευπρόσιτος◼◻◻

elérheség

διαθεσιμότητα◼◼◼

προσβασιμότητα◼◼◻

επικοινωνία◼◼◻

σύνδεσμος◼◻◻

επαφή◼◻◻

előfize

συνδρομητής◼◼◼

embert is ferző állatbetegség

ζωονοσία

σύνολο νόσων μεταφερόμενων από τα ζώα στον άνθρωπο

emberöl

γενιά◼◼◼

emlékezte

υπενθύμιση◼◼◼

πρακτικά◼◻◻

στιγμή◼◻◻

ενθύμιο

emészgödör

βόθρος

emészrendszer

πεπτικό σύστημα◼◼◼

enyhí intézkedés

μέτρο (ενέργεια) για τον μετριασμό

μέτρο για τον μετριασμό

epí szakember

χτίστης / εργολάβος

ereszhálós horgászat

αλιεία με παρασυρόμενο δίχτυ

erősí

ενισχυτής◼◼◼

esheség

ενδεχόμενο◼◼◼

δυνατότητα◼◼◻

πιθανότητα◼◼◻

ευκαιρία

etl fogva

εφεξής

etl függetlenül

ούτως ή άλλως◼◼◼

εν πάση περιπτώσει

ez led függ

αυτό εξαρτάται από σένα

2345

Sökhistorik