Vänligen aktivera javascript för att använda ordbok! Hur aktiverar jag javascript?
εργοτάξιο▼
κατασκήνωση/καταυλισμός διακοπών▼
κατασκηνώνω▼
καταυλισμός διακοπών▼
σταθμός▼
στρατόπεδο/καταυλισμός/κατασκήνωση/σταθμός/εργοτάξιο▼
στρατάρχης▼
στρατηγός▼◼◼◼
γενικός▼◼◻◻
κατασκήνωση▼
αντιστράτηγος▼◼◼◼
αντιπτέραρχος▼◼◻◻
ταξίαρχος▼◼◼◼
στρατόπεδο συγκέντρωσης▼
↑