Ungersk-Grekisk ordbok »

szokás betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
szokás

πρακτική◼◼◼

χρήση◼◼◼

άσκηση◼◼◻

έθιμο◼◼◻

πράξη◼◼◻

τρόπος◼◻◻

έθος

έξη

szokásjog

παραγραφή

szokásos

κανονική◼◼◼

συνήθης◼◼◼

κανονικό◼◼◻

κοινό◼◼◻

κοινή◼◼◻

κανονικός◼◼◻

συνηθισμένη◼◻◻

συνηθισμένο◼◻◻

κοινός◼◻◻

συχνή◼◻◻

γενικός◼◻◻

συνηθισμένος

szokásos, megszokott

συνηθισμένος (-η-ο)

szokásává válik

του γίνεται(το παίρνει) συνήθεια

fogyasztási szokás

καταναλωτικό πρότυπο

hozzászokás

εξοικείωση◼◼◼

megszokás

συνήθεια

népszokás

έθιμο