Ungersk-Grekisk ordbok »

szem betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
személyzet

προσωπικός

személyzeti menedzser

προσωπικός μάνατζερ

szeméremsértő

πορνογραφικός

szeméremtest

αιδοίο

μουνί

szemérmes

ντροπαλός

szemeszter

εξάμηνο◼◼◼

szemét

απορρίμματα◼◼◼

απόβλητα◼◼◻

απόρριμμα

ασυναρτησία

βρομιά

νεογνά

σκουπίδι

σκουπίδι (το)

υπολείμματα

szemet szemért, fogat fogért

οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος

szemetes

κάδος απορριμάτων / σκουπιδοτενεκές

σκουπιδοτενεκές

szemetes zsák

σακούλα σκουπιδιών

szemetesautó

απορριμματοφόρο

szemeteskocsi

απορριμματοφόρο

szemeteskosár

κάδος

szemeteslapát

φαράσι

szemétlapát

φαράσι

szemétlerakó

χωματερή◼◼◼

szeméttartály

σκουπιδοτενεκές

szemgolyó

βολβός του ματιού

βολβός του οφθαλμού

szemhélyfesték

σκιά

szeminárium

σεμινάριο◼◼◼

Szemiotika

Σημειωτική

Szemirámisz függőkertje

Κρεμαστοί κήποι της Βαβυλώνας

szemle

επιθεώρηση◼◼◼

επισκόπηση◼◻◻

παρέλαση

szemlél

συλλογίζομαι

szemlélet

προσέγγιση◼◼◼

άποψη◼◻◻

πρόσβαση◼◻◻

1234