Vänligen aktivera javascript för att använda ordbok! Hur aktiverar jag javascript?
τομάτα (tomáta)▼◼◼◼
ντομάτα (domáta)▼◼◼◻
ντομάτα (η)▼◼◼◻
ντοματιά▼
ουρανός▼
παράδεισος▼
Τομάτα▼◼◼◼
ντομάτα▼◼◼◼
χυμός ντομάτας▼◼◼◼
Πτηνόν Παραδείσιον▼
Πτηνόν▼
φορολογικός παράδεισος▼
κέτσαπ▼◼◼◼
ντομάτες σε κονσέρβα▼
↑